Πικραμμένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Πικραμμένος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pi.kɾaˈme.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πι‐κραμ‐μέ‐νος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πικραμμένος αρσενικό (θηλυκό Πικραμμένου)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Παναγιώτης Πικραμμένος στη Βικιπαίδεια (γ. 1945), Έλληνας πολιτικός