Πετρακογιώργης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Πετρακογιώργης < Πετράκ(ος) + -ο- + Γιώργης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pe.tɾa.koˈʝoɾ.ʝis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πε‐τρα‐κο‐γιώρ‐γης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠετρακογιώργης αρσενικό (θηλυκό Πετρακογιώργη)