↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Περλεγκιάνικα
      γενική των Περλεγκιάνικων
    αιτιατική τα Περλεγκιάνικα
     κλητική Περλεγκιάνικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Περλεγκιάνικα < το επώνυμο του πρώτου οικιστή Περλέγκης ή Περλέγκος[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /peɾ.leŋˈɟa.ni.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Περ‐λε‐γκιά‐νι‐κα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Περλεγκιάνικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος, Κυθηραϊκά τοπωνύμια. Ιστορική γεωγραφία των Κυθήρων, (Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών, 2011)