Παφίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Παφίτης | οι | Παφίτες |
γενική | του | Παφίτη | των | Παφιτών |
αιτιατική | τον | Παφίτη | τους | Παφίτες |
κλητική | Παφίτη | Παφίτες | ||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Παφίτης αρσενικό (θηλυκό Παφίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) άτομο με καταγωγή από την πόλη της Πάφου
Μεταφράσεις
επεξεργασία Παφίτης
|
Κύριο όνομα
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Παφίτης | οι | Παφίτηδες |
γενική | του | Παφίτη* | των | Παφίτηδων |
αιτιατική | τον | Παφίτη | τους | Παφίτηδες |
κλητική | Παφίτη | Παφίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Παφίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Παφίτης αρσενικό (θηλυκό Παφίτη ή Παφίτου)