Πατέρας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Πατέρας < πατέρας
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /paˈte.ɾas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πα‐τέ‐ρας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠατέρας αρσενικό (θηλυκό Πατέρα)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Πατέρας | ||
γενική | του | Πατέρα | ||
αιτιατική | τον | Πατέρα | ||
κλητική | Πατέρα | |||
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Πατέρας < πατέρας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠατέρας αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser, E. Matthews and R. W. V. Catling 2005 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. IV: Macedonia. Thrace, Northern Shores of the Black Sea, Oxford: Oxford University Press