Ντετοράκης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ντετοράκης < ντετόρ(ος) + -άκης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝτετοράκης αρσενικό
Σημειώσεις
επεξεργασία- Απαντά πλέον ως απόδοση του επωνύμου Detorakis ελλήνων ομογενών, όπως λ.χ. Ελληνοαμερικανών.