Μοσχολέας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μοσχολέας < + -έας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /mo.sxoˈle.as/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μο‐σχο‐λέ‐ας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μοσχολέας αρσενικό (θηλυκό Μοσχολέα)