Μιχαλακούδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Μιχαλακούδης < (πατρωνυμικό) Μιχαλάκ(ης) + -ούδης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mi.xa.laˈku.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μι‐χα‐λα‐κού‐δης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜιχαλακούδης αρσενικό (θηλυκό Μιχαλακούδη)