Μεντζελίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μεντζελίδης | οι | Μεντζελίδηδες |
γενική | του | Μεντζελίδη* | των | Μεντζελίδηδων |
αιτιατική | τον | Μεντζελίδη | τους | Μεντζελίδηδες |
κλητική | Μεντζελίδη | Μεντζελίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μεντζελίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μεντζελίδης < Μέντζελ(ος) + -ίδης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /men.d͡zeˈli.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Με‐ντζε‐λί‐δης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜεντζελίδης αρσενικό (θηλυκό Μεντζελίδου ή Μεντζελίδη)