Μεγαρεύς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Μεγαρεύς | οἱ | Μεγαρεῖς - Μεγαρῆς* |
γενική | τοῦ | Μεγαρέως | τῶν | Μεγαρέων |
δοτική | τῷ | Μεγαρεῖ | τοῖς | Μεγαρεῦσῐ(ν) |
αιτιατική | τὸν | Μεγαρέᾱ | τοὺς | Μεγαρέᾱς |
κλητική ὦ! | Μεγαρεῦ | Μεγαρεῖς - Μεγαρῆς* | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Μεγαρῆ1 ή Μεγαρεῖ2 | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Μεγαρέοιν | ||
* αττικός τύπος 1 όπως στη Γραμματική του Smyth 2 όπως στη Γραμματική Γυμνασίου-Λυκείου Οικονόμου. | ||||
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'βασιλεύς' όπως «βασιλεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαΜεγαρεύς αρσενικό (θηλυκό Μεγαρίς)
- (πατριδωνυμικό) που κατάγεται από τα Μέγαρα ή κατοικεί εκεί
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜεγαρεύς αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- Μεγαρεύς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Μεγαρεύς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser and E. Matthews 2000 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. III.B: Central Greece: From the Megarid to Thessaly, Oxford: Oxford University Press