Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Μακρυκύθηρα
      γενική των Μακρυκυθήρων
    αιτιατική τα Μακρυκύθηρα
     κλητική Μακρυκύθηρα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μακρυκύθηρα < μακρύ(ς) + Κύθηρα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ma.kɾiˈci.θi.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μα‐κρυ‐κύ‐θη‐ρα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μακρυκύθηρα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • νησίδα στα ανοιχτά των Κυθήρων
    ※ Ο Σύνδεσμος Ελλήνων λογοτεχνών στη δεκαετία του ’50 αγόρασε τα Μακρυκύθηρα, το νησάκι στο Διακόφτι, με σκοπό να δημιουργήσει το Διεθνές Κέντρο των Μουσών, ένα κέντρο που να συγκεντρώνει ανθρώπους του πνεύματος απ΄ όλο τον κόσμο. (Ελένη Χάρου-Κορωναίου, Το όραμα των Μακρυκυθήρων, εφημερίδα Κυθηραϊκά, 19 Ιανουαρίου 2018)

  Μεταφράσεις επεξεργασία