Δείτε επίσης: μανία, -μανία
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Μάνια
      γενική της Μάνιας
    αιτιατική τη Μάνια
     κλητική Μάνια
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
  1. Μάνια < χαϊδευτικό του Γεθσημανή
  2. Μάνια < Μαρία + Νεκταρία κ.λπ.

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μάνια θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία