Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Λογοθετιάνικα
      γενική των Λογοθετιάνικων
    αιτιατική τα Λογοθετιάνικα
     κλητική Λογοθετιάνικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λογοθετιάνικα < το επώνυμο του πρώτου οικιστή Λογοθέτης[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /lo.ɣo.θeˈtça.ni.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λο‐γο‐θε‐τιά‐νι‐κα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λογοθετιάνικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.