Κυριακίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κυριακίδης | οι | Κυριακίδηδες |
γενική | του | Κυριακίδη* | των | Κυριακίδηδων |
αιτιατική | τον | Κυριακίδη | τους | Κυριακίδηδες |
κλητική | Κυριακίδη | Κυριακίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Κυριακίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κυριακίδης < Κυριάκ(ος) + -ίδης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ciɾ.ʝaˈci.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κυ‐ρια‐κί‐δης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚυριακίδης αρσενικό (θηλυκό Κυριακίδου ή Κυριακίδη)