Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κυρίνης οι Κυρίνηδες
      γενική του Κυρίνη των Κυρίνηδων
    αιτιατική τον Κυρίνη τους Κυρίνηδες
     κλητική Κυρίνη Κυρίνηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κυρίνης < + -ίνης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ciˈɾi.nis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κυ‐ρί‐νης
παρώνυμα: Γκιρίνης, Γκιρίνης, Γκυρίνης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κυρίνης αρσενικό (θηλυκό Κυρίνη)

Δείτε επίσης επεξεργασία

επώνυμα:

Μεταγραφές επεξεργασία