↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Κλαδισός
      γενική του Κλαδισού
    αιτιατική τον Κλαδισό
     κλητική Κλαδισέ
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κλαδισός < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κλαδισός αρσενικό, μόνο στον ενικό

  • ποταμός στην περιοχή των Χανίων της Κρήτης, από τα Λευκά Όρη μέχρι τον κόλπο της πόλης των Χανίων, στη συνοικία της Νέας Χώρας
    ※  Στη νεοχωρίτικη θάλασσα εκβάλλει ο Κλαδισός ποταμός, το δυτικό άκρο της συνοικίας [της Νέας Χώρας] και της πόλης [των Χανίων]. Χωρίς τα ορμητικά νερά που, όπως διαβάζουμε, είχε στο μακρινό παρελθόν, με αλλαγμένο το τοπίο του που θυμόμαστε».
    Αργυρώ Μαυρεδάκη, «Τα όρια», στο: Γιώργος Πιτσιτάκης, Αργ. Μαυρεδάκη & Γιάννης Καλογεράκης (επιμ.), Η αλίβρεκτος Νέα Χώρα (Χανιά: Δήμος Χανίων, 2012, ISBN 978-960-89099-1-5), σ. 8.

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Ταυτόσημο

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία