Κερασίνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κερασίνα | οι | Κερασίνες |
γενική | της | Κερασίνας | — | |
αιτιατική | την | Κερασίνα | τις | Κερασίνες |
κλητική | Κερασίνα | Κερασίνες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ce.ɾaˈsi.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κε‐ρα‐σί‐να
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚερασίνα θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Κερασίνα
|
Πηγές
επεξεργασία- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.