↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Κεβαλῖνος οἱ Κεβαλῖνοι
      γενική τοῦ Κεβαλίνου τῶν Κεβαλίνων
      δοτική τῷ Κεβαλίν τοῖς Κεβαλίνοις
    αιτιατική τὸν Κεβαλῖνον τοὺς Κεβαλίνους
     κλητική ! Κεβαλῖνε Κεβαλῖνοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Κεβαλίνω
γεν-δοτ τοῖν  Κεβαλίνοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κεβαλῖνος < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κεβαλῖνος αρσενικό

  • ανδρικό όνομα
    ※  4ος πκε αιώνας, Επιγραφή από τη Δήλο. IG XI,2 145, στίχ. 51, @epigraphy.packhum.org
    [φ]ιάλαι δύ[ο], Κεβαλίνου ἀνάθημα·
    ※  1ος πκε αιώνας Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη Ἱστορική, 17, 79.5 @scaife.perseus
    ὁ δὲ τὸν μὲν Κεβαλῖνον εἰς τὴν ὁπλοθήκην εἰσαγαγὼν ἀπέκρυψεν, αὐτὸς δὲ τῷ βασιλεῖ μεταξὺ λουομένῳ προσελθὼν ἀπήγγειλε τὰ ῥηθέντα καὶ διότι τὸν Κεβαλῖνον παρʼ ἑαυτῷ φυλάττει. ὁ δὲ βασιλεὺς καταπλαγεὶς εὐθὺς τόν τε Δίμνον συνέλαβε καὶ μαθὼν ἅπαντα μετεπέμψατο τόν τε Κεβαλῖνον καὶ τὸν Φιλώταν.