Κατσαούνιας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κατσαούνιας | οι | Κατσαούνιες & Κατσαουνιέηδες |
γενική | του | Κατσαούνια | των | — Κατσαουνιέηδων |
αιτιατική | τον | Κατσαούνια | τους | Κατσαούνιες & Κατσαουνιέηδες |
κλητική | Κατσαούνια | Κατσαούνιες & Κατσαουνιέηδες | ||
Προφέρεται ως παροξύτονο με συνίζηση στην κατάληξη. Επίσης, πληθυντικός με κατάληξη -ι-αίοι. | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Πετρούνιας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κατσαούνιας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ka.t͡saˈu.ɲas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐τσα‐ού‐νιας
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κατσαούνιας αρσενικό (θηλυκό Κατσαούνια)