Κατηγορία:Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Σακελλάριος' (νέα ελληνικά)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σακελλάριος | οι | Σακελλάριοι & Σακελλαραίοι2 |
γενική | του | Σακελλάριου & Σακελλαρίου1 |
των | Σακελλάριων & Σακελλαραίων |
αιτιατική | τον | Σακελλάριο | τους | Σακελλάριους & Σακελλαραίους |
κλητική | Σακελλάριε | Σακελλάριοι & Σακελλαραίοι | ||
1. Λόγια κατάληξη γενικής, απ' όπου το θηλυκό επώνυμο. 2. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σακελλάριος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Επώνυμα όπως σε -άριος, πληθυντικός -άριοι & -αραίοι.
για τους συντάκτες: {{el-κλίση-'Σακελλάριος'}}
|
Σελίδες στην κατηγορία "Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Σακελλάριος' (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει μόνο την ακόλουθη σελίδα.