Σακελλαρίου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σακελλαρίου < γενική ενικού του Σακελλάριος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /sa.ce.laˈɾi.u/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σα‐κελ‐λα‐ρί‐ου
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σακελλαρίου αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο