Καρύστιος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Καρύστιος | οἱ | Καρύστιοι | ||||
γενική | τοῦ | Καρυστίου | τῶν | Καρυστίων | ||||
δοτική | τῷ | Καρυστίῳ | τοῖς | Καρυστίοις | ||||
αιτιατική | τὸν | Καρύστιον | τοὺς | Καρυστίους | ||||
κλητική ὦ! | Καρύστιε | Καρύστιοι | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Καρυστίω | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | Καρυστίοιν | ||||||
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Καρύστιος < αρχαία ελληνική Κάρυστ(ος) + -ιος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΚαρύστιος αρσενικό
- (ελληνιστική κοινή) (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος της Καρύστου
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαρύστιος αρσενικό
Πηγές
επεξεργασία- Καρύστιος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- Thomas Corsten 2010 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.A: Coastal Asia Minor. Pontos to Ionia, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser, E. Matthews and R. W. V. Catling 2005 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. IV: Macedonia. Thrace, Northern Shores of the Black Sea, Oxford: Oxford University Press