Δείτε επίσης: Καλλικλῆς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Καλλικλής οι Καλλικλείς
Καλλικλήδες**
      γενική του Καλλικλή
Καλλικλέους*
των Καλλικλέων
Καλλικλήδων
    αιτιατική τον Καλλικλή τους Καλλικλείς
Καλλικλήδες
     κλητική Καλλικλή Καλλικλείς
Καλλικλήδες
* Λόγιος τύπος για τα αρχαία ονόματα και τα ονόματα οδών.
** Οι δεύτεροι τύποι του πληθυντικού, για τα σύγχρονα ονόματα.
Κατηγορία όπως «Περικλής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Καλλικλής < αρχαία ελληνική Καλλικλῆς. Συγχρονικά αναλύεται σε καλλι- + -κλής (κλέος)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Καλλικλής αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία