Καβαλλιανή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Καβαλλιανή | οι | Καβαλλιανές |
γενική | της | Καβαλλιανής | των | Καβαλλιανών |
αιτιατική | την | Καβαλλιανή | τις | Καβαλλιανές |
κλητική | Καβαλλιανή | Καβαλλιανές | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Καβαλλιανή < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ka.va.ʎaˈni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐βαλ‐λια‐νή
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαβαλλιανή θηλυκό