Δείτε επίσης: Κάσιος, κάσιος

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κάσσιος < αρχαία ελληνική Κάσσιος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κάσσιος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Κάσσιου)

Μεταγραφές

επεξεργασία



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Κάσσιος οἱ Κάσσιοι
      γενική τοῦ Κασσίου τῶν Κασσίων
      δοτική τῷ Κασσί τοῖς Κασσίοις
    αιτιατική τὸν Κάσσιον τοὺς Κασσίους
     κλητική ! Κάσσιε Κάσσιοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Κασσίω
γεν-δοτ τοῖν  Κασσίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κάσσιος < (άμεσο δάνειο) λατινική Cassius < cassus < careo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *k̂es ή (s)ker

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κάσσιος αρσενικό

  • ανδρικό όνομα
    ※  Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Βρούτος, 7
    Ἐπεὶ δὲ πλειόνων στρατηγιῶν οὐσῶν τὴν μέγιστον ἔχουσαν ἀξίωμα, καλουμένην δὲ πολιτικήν, ἐπίδοξος ἦν ἢ Βροῦτος ἕξειν ἢ Κάσσιος, οἱ μὲν αὐτοὺς λέγουσιν, ἐξ αἰτιῶν προτέρων ἡσυχῇ διαφερομένους, ἔτι μᾶλλον ὑπὲρ τούτου διαστασιάσαι, καίπερ οἰκείους ὄντας (Ἰουνίᾳ γὰρ ἀδελφῇ Βρούτου συνῴκει Κάσσιος)
    λείπει η μετάφραση

Δείτε επίσης

επεξεργασία