Θεοδωράκης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Θεοδωράκης < (πατρωνυμικό) Θεόδωρ(ος) + -άκης
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /θe.o.ðoˈɾa.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Θε‐ο‐δω‐ρά‐κης
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Θεοδωράκης αρσενικό (θηλυκό Θεοδωράκη)
Δείτε επίσης
επεξεργασία-
Μίκης Θεοδωράκης στη Βικιπαίδεια
(1925-2021), συνθέτης