Ηνίοχος
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Ηνίοχος < αρχαία ελληνική Ἡνίοχος
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /iˈni.o.xos/
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Ηνίοχος αρσενικό
- όνομα αστερισμού του βόρειου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση.
- συντομογραφία:σσ Aur
- (αρχαιολογία) ονομασία αγάλματος, εκθέματος του Αρχαιολογικού Μουσείου Δελφών
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- Ηνίοχος στη Βικιπαίδεια
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Ηνίοχος