Ηλιόπουλος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ηλιόπουλος | οι | Ηλιόπουλοι & Ηλιοπουλαίοι1 |
γενική | του | Ηλιόπουλου & Ηλιοπούλου |
των | Ηλιόπουλων2 & Ηλιοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Ηλιόπουλο | τους | Ηλιόπουλους3 & Ηλιοπουλαίους |
κλητική | Ηλιόπουλε | Ηλιόπουλοι & Ηλιοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ηλιοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ηλιοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.liˈo.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Η‐λι‐ό‐που‐λος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ηλιόπουλος αρσενικό (θηλυκό Ηλιοπούλου)