Εὐγενία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Εὐγενίᾱ | αἱ | Εὐγενίαι |
γενική | τῆς | Εὐγενίᾱς | τῶν | Εὐγενιῶν |
δοτική | τῇ | Εὐγενίᾳ | ταῖς | Εὐγενίαις |
αιτιατική | τὴν | Εὐγενίᾱν | τὰς | Εὐγενίᾱς |
κλητική ὦ! | Εὐγενίᾱ | Εὐγενίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Εὐγενίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Εὐγενίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Εὐγενία < Εὐγέν(ιος) + -ία[1]
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕὐγενία θηλυκό
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Πηγές
επεξεργασία- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- J-S Balzat, R. W. V. Catling, É. Chiricat and F. Marchand 2014 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.B: Coastal Asia Minor. Caria to Cilicia, Oxford: Oxford University Press
- Thomas Corsten 2010 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.A: Coastal Asia Minor. Pontos to Ionia, Oxford: Oxford University Press
- Εὐγενία - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven