Επτακόνακα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Επτακόνακα | ||
γενική | των | Επτακόνακων | ||
αιτιατική | τα | Επτακόνακα | ||
κλητική | Επτακόνακα | |||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Επτακόνακα < επτα- + ...• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /e.ptaˈko.na.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ε‐πτα‐κό‐να‐κα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Επτακόνακα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- πρώην χωριό της Εύβοιας, πλέον τμήμα της Μακρυκάπας[1]
Μεταφράσεις επεξεργασία
Επτακόνακα