Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

παλτόν < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου παλτός. Εννοείται το ουδέτερο ουσιαστικό δόρυ. (για το παλτὸν πῦρ → δείτε τη λέξη παλτός)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παλτόν, -οῦ ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

παλτόν

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του παλτός
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του παλτός