Δομνίστα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Δομνίστα | ||
γενική | της | Δομνίστας | ||
αιτιατική | τη | Δομνίστα | ||
κλητική | Δομνίστα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Δομνίστα < σλαβικής προέλευσης *Dobьnica < *dǫbъ (βελανιδιά)[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ðoˈmni.sta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δο‐μνί‐στα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Δομνίστα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- χωριό της Ευρυτανίας
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Ζαροδήμος, Γιώργος (2020). Τοπωνυμικά Ευρυτανίας: Τα οικωνύμια του Δήμου Καρπενησίου. Αθήνα: χ.ε.. σελ. 10-11. https://www.academia.edu/45022075/%CE%A4%CE%BF%CF%80%CF%89%CE%BD%CF%85%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%AC_%CE%95%CF%85%CF%81%CF%85%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1%CF%82.