Δημόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Δημόπουλος | οι | Δημόπουλοι & Δημοπουλαίοι1 |
γενική | του | Δημόπουλου & Δημοπούλου |
των | Δημόπουλων2 & Δημοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Δημόπουλο | τους | Δημόπουλους3 & Δημοπουλαίους |
κλητική | Δημόπουλε | Δημόπουλοι & Δημοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Δημοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Δημοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δημόπουλος < Δήμ(ος) + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ðiˈmo.pu.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δη‐μό‐που‐λος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔημόπουλος αρσενικό (θηλυκό Δημοπούλου)