Δαπόντες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δαπόντες < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ðaˈpon.tes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δα‐πόν‐τες
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔαπόντες αρσενικό (θηλυκό Δαπόντε)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Καισάριος (Κωνσταντίνος) Δαπόντες στη Βικιπαίδεια (1713/14-1784), ποιητής, χρονογράφος