Γοντικάκης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Γοντικάκης < Γόντικ(ας) + -άκης
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɣon.diˈka.cis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γο‐ντι‐κά‐κης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Γοντικάκης αρσενικό (θηλυκό Γοντικάκη)
Γοντικάκης αρσενικό (θηλυκό Γοντικάκη)