Βραγγιανιώτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Βραγγιανιώτης < Βραγγιαν(ά) + -ιώτης
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /vɾaŋ.ɟaˈɲo.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βραγ‐για‐νιώ‐της
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βραγγιανιώτης αρσενικό (θηλυκό Βραγγιανιώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) άτομο που κατοικεί ή κατάγεται από τα Βραγγιανά
Συγγενικά επεξεργασία
- → και δείτε τη λέξη Βραγγιανά
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βραγγιανιώτης
|