↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βερούλα οι Βερούλες
      γενική της Βερούλας
    αιτιατική τη Βερούλα τις Βερούλες
     κλητική Βερούλα Βερούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Βερούλα < Βέρ(α) + υποκοριστικό επίθημα -ούλα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βερούλα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Βέρα