Βεναρδάτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /veˈnaɾ.ðos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βε‐ναρ‐δά‐τος
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βεναρδάτος < Βενάρδ(ος) + -άτος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒεναρδάτος αρσενικό (θηλυκό Βεναρδάτου)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Βερναρδάτος (επώνυμο)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΒεναρδάτος αρσενικό
- ημιορεινό χωριό της Τήνου, που αναφέρεται και ως Βεναρδάδος και σπανιώτερα ως Βερναρδάδος και παλαιότερα Δεναρδάδος
Πηγές
επεξεργασία- Διοικητικές μεταβολές Δήμων και Κοινοτήτων Δ. Πανόρμου (Κυκλάδων). «Ο οικισμός Βεναρδάδος ή Δεναρδάδος αποσπάται από το δήμο Πανόρμου και προσαρτάται στην κοινότητα», «Ο οικισμός Βεναρδάτος αποσπάται από την κοινότητα και προσαρτάται στο δήμο Τήνου».