Βασιλικούδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βασιλικούδα | οι | Βασιλικούδες |
γενική | της | Βασιλικούδας | — | |
αιτιατική | τη | Βασιλικούδα | τις | Βασιλικούδες |
κλητική | Βασιλικούδα | Βασιλικούδες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βασιλικούδα < Βασιλικ(ή) + -ούδα
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /va.si.liˈku.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βα‐σι‐λι‐κού‐δα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒασιλικούδα θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- ※ Γιάννης έχει τρεις γυναίκες / κι άλλην αγαπάει άιντι Βασιλικούδα μ’ / κι άλλην αγαπά
- Βασιλικούδα (Στο χωριόν Μεταξάδες), παραδοσιακό θρακιώτικο τραγούδι
- ※ Γιάννης έχει τρεις γυναίκες / κι άλλην αγαπάει άιντι Βασιλικούδα μ’ / κι άλλην αγαπά
Μεταφράσεις
επεξεργασία Βασιλικούδα
|
Πηγές
επεξεργασία- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.