Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Βαρδάτες
      γενική των Βαρδατών
    αιτιατική τις Βαρδάτες
     κλητική Βαρδάτες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βαρδάτες < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vaɾˈða.tes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βαρ‐δά‐τες

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βαρδάτες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. (Άνω) χωριό της Φθιώτιδας
  2. (Κάτω) (παρωχημένο) χωριό της Φθιώτιδας, πρώην ονομασία του Νέου Κρίκελλου[1]

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ 213 Α, 3 Νοεμβρίου 1961 (λήψη αρχείου PDF)