Αυλέμονας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αυλέμονας | οι | Αυλέμονες |
γενική | του | Αυλέμονα | των | Αυλεμόνων |
αιτιατική | τον | Αυλέμονα | τους | Αυλέμονες |
κλητική | Αυλέμονα | Αυλέμονες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αυλέμονας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aˈvle.mo.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αυ‐λέ‐μο‐νας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑυλέμονας αρσενικό
- (οικισμός) παρωχημένη γραφή του Αβλέμονας
- ※ Μετά την άτυχη ναυμαχία της Άνδρου, ο Λάμπρος Κατσώνης προσορμίζεται στον Αυλέμονα και επιδίδεται με αδάμαστη θέληση στην αναδιοργάνωση του στόλου του. (Ευάγγελος Παρέντης, Ιστορία Κεφαλονιάς, Κέρκυρας, Ζακύνθου, Ιθάκης, Κυθήρων, Λευκάδας, Παξών. Τα μαγευτικά Επτάνησα, (Αθήνα: χ.ε., 1978) σελ. 182)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Αυλέμονας
→ δείτε τη λέξη Αβλέμονας |