Αρμαγεδδώνας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Αρμαγεδδώνας < ελληνιστική κοινή Ἁρμαγεδών + κατάληξη -ώνας, γραφή με δύο δέλτα
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Αρμαγεδδώνας αρσενικό, μόνο στον ενικό
- (θρησκεία) άλλη μορφή του Αρμαγεδών