Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αρμάος οι Αρμάοι
      γενική του Αρμάου των Αρμάων
    αιτιατική τον Αρμάο τους Αρμάους
     κλητική Αρμάε Αρμάοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαιολόγος (κλίση: δρόμος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αρμάος < ιταλική • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aɾˈma.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αρ‐μά‐ος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αρμάος αρσενικό (θηλυκό Αρμάου)

Συγγενικά επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Γιώργος Ζαροδήμος, Τα Οικωνύμια του Δήμου Αγράφων, Αθήνα 2021