Αρδέννες
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Αρδέννες | ||
γενική | των | Αρδεννών | ||
αιτιατική | τις | Αρδέννες | ||
κλητική | Αρδέννες | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aɾˈðe.nes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αρ‐δέν‐νες
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αρδέννες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- δασώδες οροπέδιο της Ευρώπης μεταξύ Γαλλίας, Βελγίου και Λουξεμβούργου
- ※ Παρακινημένοι από «σημάδια φωτιάς στους ουρανούς», άνδρες, γυναίκες και παιδιά, «καλυμμένοι με λευκούς χιτώνες και κουβαλώντας κεριά, πυρσούς και σταυρούς», συγκροτούσαν πομπές προσελκύοντας πλήθη της τάξης των 4.000-7.000 ατόμων στις περιοχές των Αρδεννών και της Λωρραίνης.
- Κώστας Γαγανάκης (2001), Οι λιτανείες ως τελετουργικά δράματα στο Παρίσι της Λίγκας των Καθολικών Ζηλωτών, 1583-1594, Μνήμων, 23, 9-24
- ※ Παρακινημένοι από «σημάδια φωτιάς στους ουρανούς», άνδρες, γυναίκες και παιδιά, «καλυμμένοι με λευκούς χιτώνες και κουβαλώντας κεριά, πυρσούς και σταυρούς», συγκροτούσαν πομπές προσελκύοντας πλήθη της τάξης των 4.000-7.000 ατόμων στις περιοχές των Αρδεννών και της Λωρραίνης.
- νομός της Γαλλίας
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αρδέννες
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)