Δείτε επίσης: Αμπέτειο
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αμπέτειος οι Αμπέτειοι
      γενική της Αμπετείου των Αμπετείων
    αιτιατική την Αμπέτειο τις Αμπετείους
     κλητική Αμπέτειε Αμπέτειοι
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Αμπέτειος < από το επώνυμο του δωρητή Αμπέτ + -ειος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aˈbe.ti.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐μπέ‐τει‐ος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αμπέτειος θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία