ενεστώτας suggest
γ΄ ενικό ενεστώτα suggests
αόριστος suggested
παθητική μετοχή suggested
ενεργητική μετοχή suggesting

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /səˈdʒɛst/
 

suggest (en) (μεταβατικό)

  1. προτείνω μια ιδέα ή ένα σχέδιο για να σκεφτούν άλλοι
    ⮡  I’d like to suggest that we go out to lunch.
    Προτείνω να πάμε έξω για μεσημεριανό.
    ⮡  What did you suggest to the manager?
    Τι πρότεινες στο Διευθυντή;
    ⮡  An idea suggested itself to me.
    Μου ήρθε μια ιδέα στο μυαλό.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη propose
  2. προτείνω, συνιστώ, μιλώ σε κάποιον για ένα κατάλληλο άτομο, πράγμα, μέθοδο κτλ. για μια συγκεκριμένη δουλειά ή σκοπό
    ⮡  I am suggesting Skyros for our vacation.
    Προτείνω τη Σκύρο για τις διακοπές μας.
    ⮡  I suggest I meet him/we meet with him.
    Προτείνω να τον συναντήσω/να τον συναντήσαμε.
    ⮡  The guidebook suggests that we visit the local cathedral, which is apparently beautiful.
    Ο τουριστικός οδηγός προτείνει να επισκεφθούμε τον τοπικό καθεδρικό ναό, που όπως φαίνεται, είναι όμορφος.
    ⮡  The doctor suggested complete rest.
    Ο γιατρός συνέστησε τέλεια ανάπαυση.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη advise
  3. υποδηλώνω, δείχνω, κάνω κάποιον να υποθέσει κάτι, κάνω κάποιον να πιστεύει ότι κάτι είναι αλήθεια
    ⮡  The strikes suggest discontent among the workers.
    Οι απεργίες υποδηλώνουν δυσαρέσκεια των εργαζομένων.
    ⮡  The paleness on his face suggested fear.
    Η χλομάδα στο πρόσωπό του έδειχνε φόβο.
    ⮡  The name "hamburger" suggests that hamburgers originated from Hamburg.
    Η λέξη «hamburger» οδηγεί στην υπόθεση ότι προέρχεται από το Αμβούργο. [σφαλερή υπόθεση]
     συνώνυμα: indicate
  4. υποδηλώνω, υπονοώ, δηλώνω κάτι έμμεσα
    ⮡  His answer suggests denial.
    Η απάντησή του υποδηλώνει άρνηση.
    ⮡  All that he said indicated his willingness to sell.
    Αυτά που είπε υποδήλωναν την προθυμία του να πουλήσει.
    ⮡  Are you suggesting that I killed my wife?
    Υπονοείτε ότι σκότωσα τη γυναίκα μου;
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη allude