allude
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | allude |
γ΄ ενικό ενεστώτα | alludes |
αόριστος | alluded |
παθητική μετοχή | alluded |
ενεργητική μετοχή | alluding |
![]() |
ενεστώτας | allude |
γ΄ ενικό ενεστώτα | alludes |
αόριστος | alluded |
παθητική μετοχή | alluded |
ενεργητική μετοχή | alluding |