indicate
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | indicate |
γ΄ ενικό ενεστώτα | indicates |
αόριστος | indicated |
παθητική μετοχή | indicated |
ενεργητική μετοχή | indicating |
Ρήμα
επεξεργασίαindicate (en)
- (μεταβατικό) δείχνω, σημειώνω, ότι κάτι είναι αλήθεια ή υπάρχει
- ↪ This indicates how little you know him.
- Αυτό δείχνει πόσο λίγο τον ξέρεις.
- ↪ That indicates a change in policy.
- Αυτό σημειώνει μια αλλαγή πολιτικής.
- ↪ This indicates how little you know him.
- (μεταβατικό) υποδηλώνω, είναι σημάδι για κάτι· δείχνει ότι κάτι είναι δυνατό ή πιθανό
- (μεταβατικό) υποδηλώνω, δείχνω, αναφέρω κάτι, ειδικά με έμμεσο τρόπο
- (μεταβατικό, επίσημο) υποδείχνω, δείχνω, κάνω κάποιον να παρατηρήσει κάποιον ή κάτι, ειδικά με μια κίνηση ή το χέρι ή το κεφάλι μου
- (μεταβατικό, επίσημο) δηλώνω, σημαίνω, αναπαριστάνω πληροφορίες χωρίς να χρησιμοποιώ λέξεις
- ↪ What do these initials indicate?
- Τι δηλώνουν αυτά τα αρχικά;
- ↪ The symbol X indicates the unknown quantity.
- Το σύμβολο Χ σημαίνει τον άγνωστο.
- ↪ What do these initials indicate?
- (μεταβατικό) δείχνω, ένα όργανο μέτρησης που δείχνει μια συγκεκριμένη μέτρηση
- ↪ The thermometer indicates an increase in temperature.
- Το θερμόμετρο δείχνει άνοδο της θερμοκρασίας.
- ↪ The thermometer indicates an increase in temperature.
- (μεταβατικό & αμετάβατο, βρετανικά αγγλικά) ανάβω φλας, δείχνω ότι το όχημά μου θα αλλάξει κατεύθυνση με τα φώτα ή το χέρι μου