Αμβούργο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Αμβούργο | τα | Αμβούργα |
γενική | του | Αμβούργου | των | Αμβούργων |
αιτιατική | το | Αμβούργο | τα | Αμβούργα |
κλητική | Αμβούργο | Αμβούργα | ||
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αμβούργο < γερμανική Hamburg < Hammaburg (ονομασία φρουρίου της περιοχής) < Hamm(;) (όνομα πόλης) + Burg (κάστρο)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αμβούργο ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Αμβούργο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αμβούργο
|