• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

succinct

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
  • 2 Γαλλικά (fr)
    • 2.1 Ετυμολογία
    • 2.2 Προφορά
    • 2.3 Επίθετο

Αγγλικά (en)

επεξεργασία

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /səkˈsɪŋ(k)t/ (βρετανικό)
ⓘ ήχος (ΗΠΑ) (βοήθεια·αρχείο)

Επίθετο

επεξεργασία

succinct (en)

  1. συνοπτικός, περιληπτικός
  2. περιεκτικός, λακωνικός
  3. σαφής και σύντομος
  4. βραχύλογος

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • concise
  • brief
  • laconic

Συγγενικά

επεξεργασία
  • succinctement
  • succinctness
  • succinctly



Γαλλικά (fr)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
succinct < λατινική succinctus

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /syk.sɛ̃/

Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό succinct succincts
θηλυκό succincte succinctes

succinct (fr)

  • συνοπτικός, περιληπτικός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=succinct&oldid=6640393"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαρτίου 2024, στις 20:51

Γλώσσες

    • Deutsch
    • English
    • Español
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Ido
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • മലയാളം
    • မြန်မာဘာသာ
    • Oromoo
    • Polski
    • Svenska
    • தமிழ்
    • తెలుగు
    • Türkçe
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαρτίου 2024, στις 20:51.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας