• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

succinct

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις
  • 2 Γαλλικά (fr)
    • 2.1 Ετυμολογία
    • 2.2 Προφορά
    • 2.3 Επίθετο

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /səkˈsɪŋ(k)t/ (βρετανικό)
 ήχος (ΗΠΑ) (βοήθεια·αρχείο)

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

succinct (en)

  1. συνοπτικός, περιληπτικός
  2. περιεκτικός, λακωνικός
  3. σαφής και σύντομος
  4. βραχύλογος

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • concise
  • brief
  • laconic

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • succinctement
  • succinctness
  • succinctly



Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

succinct < λατινική succinctus

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /syk.sɛ̃/

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό succinct succincts
θηλυκό succincte succinctes

succinct (fr)

  • συνοπτικός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=succinct&oldid=5305399"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 11:00

Γλώσσες

    • Deutsch
    • English
    • Español
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Ido
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Lietuvių
    • മലയാളം
    • မြန်မာဘာသာ
    • Oromoo
    • Polski
    • Svenska
    • தமிழ்
    • తెలుగు
    • Türkçe
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2021, στις 11:00.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie